ECPE - Vocabulary - Consolidation 7

Consolidation 7 Vocabulary (Most important)



Adopt
Υιοθετώ
Foment
Π.χ. Ξεκινώ  προβλήματα, εφαρμόζω λοσιόν στο σώμα κ.τλ.
Foster
Ενθαρρύνω, ευνοώ, θετός
Inflict
Επιβάλλω, πλήττω, προκαλώ πόνο
Iron
Σίδερο, σιδερώνω, αυστηρός
Shove
Σπρώχνω, χώνω
Attain
φτάνω
Crack
Ραγίζω, σκάω, σπάω, τσακίζω
Pry
Είμαι αδιάκριτος, χώνω την μύτη μου
Retain
Συγκρατώ, διατηρώ
Sustain
Διατηρώ, συντηρώ
Rip
σκίζω                     
Scorn
Περιφρονώ, καταφρονώ
Scrub
τρίβω
Scan
Σαρώνω, διαβάζω βιατικά
Scratch
Γρατζουνάω
Overcome
Υπερνικώ
Vanquish
Κατατροπώνω
Belittle
ταπεινώνω
Dwarf
επισκιάζω
Glimmer
Αχνοφέγγω
Radiate
Ακτινοβολώ
Spread
εξαπλώνομαι
Illuminate
φωτίζω
Gesture
χειρονομώ
Ruminate
αναμασώ
Rummage
ερευνώ
Sway
Λικνίζομαι
Dwell
εμμένω
Lean
στηρίζομαι
Prey
Κυνηγώ
Dote
Λατρεύω
Blanks
Μπλοκάρω
Cavities
κουφάλες
Fractions
Τεμαχια, κλάσματα
Friction
τριβή
Gaps
άνοιγμα
Suction
Αναρρόφηση
Traction
Έλξη
Vacancies
Κενή θέση
Fluency
ευφράδεια
Aptitude
Κλιση, έφεση
Bequest
παραχώρηση
Precision
Ακρίβεια
Accusation
κατηγορία
Objection
Αντίρρηση
Claim
ισχυρίζομαι
Verdict
Ετυμηγορία
Ancestry
γενεαλογία
Antique
αντίκα
Antiquity
Αρχαιότητα
Antiquarian
Σχετικός με παλιά βιβλία
Quotation
Παράθεση, εισαγωγικά
Quote
παραθέτω
Quota
ποσοστό
Quotient
πηλίκιο
Vote
Ψηφίζω
Quantity
Ποσότητα
Proportion
αναλογία
Margin
Περιθώριο
Amenable
επιδεικτικός
Delirious
ξέφρενος
Devastated
κατεστραμμένος
Deprived
στερημένος
Gnarled
παραμορφωμένος
Open-eyed
ανοιχτομάτης
Deleterious
βλαπτικός    
Destitute
πάμπτωχος
Jagged
πριονωτός
Prickly
Ακανθώδης
Slippery
ολισθηρός
Poised
συγκροτημένος
Possessed
Δαιμονισμένος
Poignant
σπαραχτικός
Possessive
κτητικός
Irrelevant
Άσχετος
Irreparable
Ανεπανόρθωτος
Impertinent
Αγενής
Impeccable
άψογος
Open-ended
αναποτελεσματικός
Open-handed
Ανοιχτο χέρης
Open-eyed
Ανοιχτομάτης
Open-and-shut
Ξεκάθαρη υπόθεση
Adjacent
διπλανός
Abrasive
Ενοχλητικός, σκληρός
Adhesive
κολλώδης    
Deprived
στερημένος
Undernourished
Υποσιτιζόμενος
Diffident
Διστακτικός
Underrated
Υποτιμημένος
Insolvent
χρεοκοπημένος
Dissolved
υγροποιημένος
Liquefied
υγροποιημένος
Vainly
μάταια
Sadly
Δυστυχώς, θλιβερά
Wrongly
λανθασμένα
Virtually
σχεδόν
Consistently
Με συνέπεια
Relentlessly
ασταμάτητα         
Hardly
σχεδόν καθόλου
Inevitably
αναπόφευκτα
Alarmingly
Ανησυχητικά
Overwhelmingly
Σαρωτικά
Barely
Ελάχιστα     
Extensively
Εκτεταμένα
Fend
Υπερασπίζω
Defend
Υπερασμπίζομαι
Offend
προσβάλλω
Attain
φτάνω
Revolt
εξέγερση
Revolve
περιστρέφομαι
Rotate
περιστρέφομαι
Evolve
εξελίσσομαι
Compel
εξαναγκάζω
Dispel
διασκορπίζω
Expel
αποβάλλω
Impel
ωθώ
Repel
απωθώ
Propel
προωθώ