Grammar (10): Although, even though vs. despite



Although, even though vs. despite 

Τα Although και even though έχουν παρόμοια σημασία με τα  despite και in spite of. Τα χρησιμοποιούμαι για να δηλώσουμε έκπληξη, παραδοξότητα και κάτι το απρόσμενο. Παρ’ ότι λοιπόν, εννοιολογικά είναι κοντά, υπάρχει διαφορά στην χρήση τους.
Τα Although και even though είναι σύνδεσμοι /  conjunctions. Στα προφορικά, αντί του although μπορούμε να χρησιμοποιούμε τα even though και though. Τα χρησιμοποιούμε ως εξής:
  • although + a clause
  • even though + a clause / πρόταση
  • though + a clause / πρόταση
Τα Despite και in spite of είναι προθέσεις /  prepositions, που έχουν παρόμοια σημασία. Χρησιμοποιούνται ως εξής:
  • despite + noun, or
  • despite + verb + -ing

  • in spite of + a noun, or
  • in spite of + verb + -ing
 
 



 Although, even though vs. despite
although, even though, though (+ clause)

Even though he's a millionaire, he lives in a very small flat.
He lives in a very small flat, even though he's a millionaire.

Although / even though / though he's much older than the others, he won the race.
He won the race, although / even though / though he's much older than the others.
despite, in spite of (+ verb + -ing)

Despite / in spite of being a millionaire, he lives in a very small flat.
He lives in a very small flat, despite / in spite of being a millionaire.
Despite / in spite of being much older than the others, he won the race.
He won the race, despite / in spite of being much older than the others. 
although, even though, though (+ clause)

Even though / although / though it rained a lot, I enjoyed the holiday.
Even though / although / though they have a lot of money, they're still not happy.
despite, in spite of (+ noun)

Despite / in spite of the rain, I enjoyed the holiday.
Despite / in spite of their money, they're still not happy.




 Προσοχή!

Πολλοί μαθητές μπερδεύονται με την χρήση των εναντιωματικών συνδέσμων και του χρονικού while / ενώ. Είναι χρονικός σύνδεσμος και όχι εναντιωματικός.

Το ‘Όταν / When χρησιμοποιείται όταν δύο πράγματα συμβαίνουν ταυτόχρονα, χωρίς να μας απασχολεί η διάρκεια της πράξης. Αντιθέτως με την χρήση του Ενώ / while μας ενδιαφέρει η διάρκεια, ενώ σχηματίζεται ως εξής: while + subject + verb.

"The phone rang while I was watching TV."
"I met him while we were studying in the library."